Ακινάτης, Θωμάς

Ακινάτης, Θωμάς
(Tommaso d’ Aquino, Ροκασέκα 1225 – Φοσανόβα 1274). Άγιος της Δυτ. Kαθολικής Εκκλησίας, Ιταλός θεολόγος και φιλόσοφος. Η οικογένειά του, μεγάλη και παλιά, λογγοβαρδικής καταγωγής, τον αφιέρωσε σε ηλικία πέντε ετών στο μοναστήρι του Μοντεκασίνο. Σπούδασε στη Νάπολη, όπου είχε δασκάλους τον Μαρτίνο της Δακίας και τον Πέτρο της Ιρλανδίας. Εντάχθηκε στο τάγμα των δομινικανών και το 1243-44 έλαβε το μοναχικό σχήμα. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (1245-48) και έπειτα στην Κολονία, όπου παρακολούθησε τα μαθήματα του Αλβέρτου του Μεγάλου. Επιστρέφοντας στο Παρίσι δίδαξε (1252-55) ως δημόσιος διδάσκαλος και διδάσκαλος των γνωμών. Το 1256 πήρε το πτυχίο του και το 1257 έγινε καθηγητής στη θεολογική σχολή. Κατά την παραμονή του στο Παρίσι ο Α., εκτός από το έργο του Κατά των υβριζόντων τη λατρεία και τη θρησκεία του θεού,με το οποίο υπερασπιζόταν τα επαιτικά τάγματα, έγραψε το Σχόλια εις τας γνώμας, Περί αληθείας και το Quaestiones quodlibetales. Επέστρεψε ύστερα στην Ιταλία και επί Ουρβανού Δ’ μπήκε (1261) ως αυλικός διδάσκαλος στην παπική αυλή, στο Βιτέρμπο πρώτα και ύστερα στο Ορβιέτο. Αυτή την περίοδο ο Α. γνώρισε τον δομινικανό Γουλιέλμο από τη Μορμπέκε, ο οποίος του μετέφρασε ή του διάβασε από τα ελληνικά τα έργα του Αριστοτέλη· τελείωσε το βιβλίο Κατά Ελλήνων (το μετέφρασε στα ελληνικά ο Δημήτριος Κυδώνης τον 14ο αι.), έγραψε το Περί δυνάμεως (μεταφρασμένο στα ελληνικά από άγνωστο μεταφραστή), το Περί πνευματικών δημιουργημάτων, το υπόμνημα στο έργο του Ψευδοδιονύσιου Περί θείων ονομάτων και άρχισε να γράφει τα Θεολογικά Ανάλεκτα (ή, Σύστημα θεολογίας, όπως επικράτησε· πρωτότυπο Summa Theologiae). Ύστερα από μια νέα διαμονή στο Παρίσι (1269-72), κατά την οποία έγραψε εναντίον των αβεροϊστών το Περί της ενότητας της διανοίας και συνέχισε τη συγγραφή της Summa Theologiae, επέστρεψε στην Ιταλία για να διδάξει στη σχολή της Νάπολης (1272-74). Πηγαίνοντας στη Λιόν για να λάβει μέρος στη σύνοδο όπου τον είχε καλέσει ο Γρηγόριος Ι’ το 1274, πέθανε στις 9 Μαρτίου, στο αβαείο των κιστερκιανών στη Φοσανόβα. Το 1323 τον ανακήρυξε άγιο ο πάπας Ιωάννης KB’ και το 1567 ο Πίος Ε’ τον αναγόρευσε Διδάσκαλο της εκκλησίας. Το έργο του Α., ιδιαίτερα το φιλοσοφικό, πρέπει να εξετάζεται με βάση την προσπάθειά του να αφομοιώσει την αριστοτελική σκέψη, της οποίας έκαναν χρήση οι σχολαστικοί θεολόγοι ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αι. Προσλαμβάνοντας από τον αριστοτελισμό θεωρίες ουσιαστικές για τη μεταφυσική του, αναζητώντας όμως να ξεχωρίσει ό,τι ανόθευτο ανήκε στον Αριστοτέλη μέσα στην αριστοτελική παράδοση, με σκοπό να αποδείξει τη συμφωνία του προς τη χριστιανική πίστη, συνέβαλε θετικά και οριστικά στο να γίνει δεκτή η αριστοτελική επιστήμη στον κύκλο της νέας χριστιανικής φιλοσοφίας. Ο Α. δανείστηκε από τον Αριστοτέλη το φιλοσοφικό του σύστημα. Καθώς απομακρυνόταν από την παράδοση του Αυγουστίνου, αντιλήφθηκε τη θεολογία ως επιστήμη: ξεκινώντας από τα δεδομένα της θείας Αποκάλυψης, τα οποία γίνονται αποδεκτά με την πίστη, ο θεολογικός στοχασμός μπορεί να φτάσει με τη βοήθεια της τεχνικής των αποδείξεων της αριστοτελικής επιστήμης και σε άλλες αλήθειες, που δεν είναι αυταπόδεικτες στη γλώσσα της θείας Αποκάλυψης. Αυτή τη νέα αντίληψη για τη θεολογία ως επιστήμη την υποστήριξε ο Α. με πολύ σταθερή κατανόηση των δικαιωμάτων της καθαρής φιλοσοφικής έρευνας και της επιστήμης. Και αν ακόμα δεν υπάρχει στον Α. η διαβεβαίωση της απόλυτης ανεξαρτησίας της φιλοσοφίας από τη θρησκευτική πίστη, την οποία είχε διδάξει ο Αβερόης, ωστόσο μια ισχυρή λογική απαίτηση τον οδήγησε στο να διακρίνει σαφώς εναντίον της αυγουστινιανής παράδοσης την πίστη και τον λόγο, τη φιλοσοφική έρευνα και τη θεολογία. Περιορίζοντας την αυγουστινιανή αντίληψη της φιλοσοφίας ως εμβάθυνσης της πίστης (fides quaerens intellectum), o Α. διεκδίκησε για τον ανθρώπινο νου έναν αποκλειστικά δικό του χώρο αναζήτησης, μέσα στον οποίο να μπορεί να κινείται αυτόνομα. Η πίστη και ο λόγος δεν είναι ποτέ δυνατόν να έλθουν σε σύγκρουση, γιατί έχουν κοινή τη θεία καταγωγή τους. Προς τον ορθολογισμό αυτό του Α. συγκλίνει, σε αριστοτελική βέβαια πάντοτε βάση, ο νατουραλισμός του, η αναγνώριση δηλαδή της πραγματικότητας, της αποτελεσματικότητας και της λογικής της φύσης, έως το σημείο μάλιστα να κατηγορηθεί για ημιπελαγιανισμό (βλ. λ. πελαγιανισμός). Η φύση, μολονότι εξαρτάται διαρκώς από τη δημιουργική δύναμη του θεού, αποτελεί τάξη η οποία συγκροτείται από αιτιώδεις νόμους. Από διάθεση πολεμική προς τον οκαζιοναλισμό των ορθόδοξων μουσουλμάνων, αλλά επίσης και προς τον Αβικέννα, ίσως δε και εναντίον του Αυγουστίνου –όλοι αυτοί με το να επιμένουν στο θέμα της θέλησης του Θεού έφταναν να αρνούνται κάθε αποτελεσματικότητα στις δεύτερες αιτίες, δηλαδή τα δημιουργημένα όντα– ο Α. διεκδικούσε την πραγματικότητα μιας φύσης, που έχει διαταχθεί σύμφωνα με αναγκαίες διαδικασίες και νόμους και η οποία αποτελείται από όντα που έχουν δημιουργηθεί από τον Θεό καθ’ ομοίωσή του, στο μέτρο που έχουν αληθινά την ικανότητα της πράξης. Η φύση, προικισμένη από μια πραγματική ικανότητα ενέργειας με την παρεμβολή αιτιωδών σχέσεων, όχι μόνο δεν αφαιρεί τίποτε από τη δύναμη του Θεού, αλλά επίσης φανερώνει την καλοσύνη του. Η κοινωνική διαφορά μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων είναι άλλωστε εξασφαλισμένη στον Α. από τη διδασκαλία του για την πραγματική διάκριση μεταξύ ουσίας και ύπαρξης μέσα στα πεπερασμένα όντα· μόνο στον Θεό, που είναι η άκρα τελειότητα, ουσία και ύπαρξη ταυτίζονται. Θεμελιώδεις είναι ακόμα για τη μεταφυσική του Α. η θεωρία της ενότητας της ουσιαστικής μορφής και η θεωρία της ύλης ως αρχής της εξατομίκευσης. Στα δημιουργημένα όντα, τα οποία αποτελούνται από ύλη και μορφή (μεταξύ αυτών και ο άνθρωπος), η ρίζα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ενός ατόμου, με τα οποία αυτό διακρίνεται από τα άλλα άτομα του ίδιου είδους, είναι η ποσότητα της ύλης που έχει διαφοροποιηθεί εν όψει της μορφής (ίσης για όλα τα άτομα). Συνεπής προς αυτό, ο Α. υποστηρίζει για τα καθαρά πνεύματα, τους αγγέλους, που είναι καθαρές μορφές χωρίς ύλη, ότι καθένα από αυτά είναι είδος καθαυτό. Όσον αφορά τη θεωρία της ενότητας της ουσιαστικής μορφής, αυτή ισχύει και για τον άνθρωπο: μοναδική είναι η τυπική αρχή κατά την οποία ζει, αισθάνεται και κατανοεί, δηλαδή η ψυχή, η οποία ενώνεται άμεσα με το σώμα, χωρίς μεσάζοντες· και τούτο γιατί η ψυχή για τον Α. δεν είναι –όπως θεωρούσαν ο Αβικένnας και ο Μποναβεντούρα– ξεχωριστή ουσία, αλλά μορφή του σώματος, με το οποίο αποτελεί μια ουσιαστική σύνθεση. Βέβαια η ψυχή υπάρχει και μετά τον θάνατο, μετά τη διάλυση του σώματος, δεν αρκεί όμως αυτό για να θεωρηθεί φυσικός ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Φτιαγμένη από τη δημιουργία της για να είναι ενωμένη με το σώμα, η ψυχή του ανθρώπου εξαρτάται κατά κάποιον τρόπο από το σώμα, ακόμη και κατά τις πνευματικές ενέργειές της. Η ψυχή, αντίθετα προς τις ξεχωριστές ουσίες, δηλαδή τα αγγελικά πνεύματα, δεν μπορεί να συλλάβει αμέσως τα νοούμενα· εκεί φτάνει μόνο με την αφαίρεση από τα φαντάσματα των αισθήσεων. Ως προς την πρόοδο της νόησης, ο Α., στην προσπάθειά του να διασώσει την ατομικότητα της νοητικής πράξης και κατά συνέπεια την ατομική αθανασία, απέρριψε τη θεωρία του Αβερόη, για τον οποίο η δυνατή γνώση είναι μια ξεχωριστή ουσία, μοναδική για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος· ούτε αυτός ο νους που ενεργεί είναι μοναδικός, όπως υποστήριζαν με την επίδραση του Αβικέννα οι αυγουστινιανοί, αλλά είναι η δύναμη της ψυχής κάθε ξεχωριστού ατόμου, θείο φως που έχει εντυπωθεί σε κάθε ψυχή ξεχωριστή. Έτσι, και σε αυτήν ακόμα την αντιαβεροϊστική πολεμική, η φιλοσοφία του Α. επιβεβαιώνεται ως φιλοσοφία της συγκεκριμένης ατομικότητας, με την έννοια μιας νέας, ανώτερης αξιολόγησης της φύσης του κόσμου, του ανθρώπου και, επομένως, του λόγου και της επιστήμης, η οποία, αντίθετα με την παράδοση του Αυγουστίνου, χαρακτηρίζει τη σκέψη του Α. ως τμήμα της ιστορίας του μεσαιωνικού πολιτισμού. Τον Α. απασχόλησε σημαντικά και η πολιτική, στα προβλήματα της οποίας είναι αφιερωμένα ορισμένα τμήματα της θεολογίας του, καθώς και των έργων Σχόλια εις τας Γνώμας και Περί πριγκιπικού καθεστώτος (του οποίου όμως μόνο ορισμένα τμήματα θεωρούνται αυθεντικά). Και στον τομέα αυτό η έμπνευση του καθολικού στοχαστή παραμένει βαθύτατα θεολογική, αλλά δεν στερείται από πρακτική οξυδέρκεια ούτε από κατανόηση της ιστορικότητας των πολιτικών φαινομένων, στην οποία συνέβαλε χωρίς άλλο και η μελέτη του Αριστοτέλη (του οποίου τα Πολιτικά ερμήνευσε ο Α.). Οπωσδήποτε, ο Α. αναλύει με πολύ θετικό πνεύμα την έννοια της εξουσίας, εκθέτοντας αβίαστα τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται, καθώς και τα αντίστοιχα δικαιώματα των κυβερνωμένων. Στον Α. υπάρχει επίσης η ιδέα της αρχέγονης εξουσίας του λαού και η διάκριση μεταξύ νόμιμης και δεσποτικής κυβέρνησης. Από την πολιτική του Α. και ευρύτερα από τη φιλοσοφία του εμπνεύστηκαν και εμπνέονται ακόμα σήμερα πολυάριθμοι στοχαστές τηςΔύσης, εκκλησιαστικοί και μη (βλ. λ. θωμισμός). Ο άγιος Θωμάς ο Ακινάτης, τοιχογραφία του Φρα Αντζέλικο στη μονή Αγίου Μάρκου στη Φλωρεντία. Το αβαείο των κιστερκιανών της Φοσανόβα όπου πέθανε ο άγιος Θωμάς ο Ακινάτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Θωμάς Ακινάτης — Ιταλός θεολόγος. Βλ. λ. Ακινάτης, Θωμάς …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • αισθητική — I (Φιλοσ.). Φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με την τέχνη, επιδιώκοντας να προσδιορίσει την ουσία, τον χαρακτήρα και τις σχέσεις της με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο ορισμός της φιλοσοφίας της τέχνης ως α. είναι δημιούργημα των νεότερων …   Dictionary of Greek

  • δογματική — Επιστήμη που εξετάζει συστηματικά τα δόγματα και τις βασικές αρχές της χριστιανικής πίστης. Ανάλογα με τις διάφορες χριστιανικές ομολογίες, διακρίνουμε τη δ. της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τη δ. της Καθολικής και τη δ. της προτεσταντικής. Η καθολική δ …   Dictionary of Greek

  • κατηγορία — Ενοχοποίηση, μομφή· σύνολο ομοιογενών πραγμάτων. (Νομ.) Σύμφωνα με τη νομική ορολογία, ο όρος κ. αναφέρεται στην απόδοση μιας οποιασδήποτε ενοχής σε κάποιον. Ειδικότερα, σημαίνει την αποδιδόμενη υπαιτιότητα για κάθε πράξη που διώκεται ποινικώς… …   Dictionary of Greek

  • λογική — I (Μαθημ.). Μαθηματική επιστήμη, τα θεμέλια της οποίας βρίσκονται στο έργο του Αριστοτέλη Όργανον (βλ. λ. λογική [φιλοσοφική επιστήμη]). Ο μαθηματικός Μπουλ εισήγαγε στη λ. αυτή τον λογισμό, με τον οποίο αποφεύγονται πολλά προβλήματα που υπάρχουν …   Dictionary of Greek

  • οικονομία — Ο όρος, ελληνικός που έγινε παγκόσμιος, σημαίνει, στην πρώτη του έννοια, διαχείριση του οίκου· γενικότερα όμως ο. είναι σήμερα η επιστήμη που μελετά την παραγωγή, τη διανομή και την κατανάλωση του πλούτου και συγχρόνως τους νόμους που τις… …   Dictionary of Greek

  • συμπτωσιαρχία — (occasionalismus). Φιλοσοφική θεωρία, που περιορίζει την ενεργή και αιτιώδη δύναμη του ανθρώπου και μειώνει ολόκληρο το σύστημα των δρώντων αιτίων του κόσμου σε απλές «συμπτώσεις» της επέμβασης του Θεού, στον οποίο αποδίδεται η συνολική ενεργή… …   Dictionary of Greek

  • φαταλισμός — Ο όρος είναι ξενικής προέλευσης. Στα ελληνικά λέγεται μοιρολατρία. Φιλοσοφική θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα γεγονότα της ζωής καθορίζονται από τη μοίρα, το πεπρωμένο, την αμετάκλητη υπερβατική αιτία. Πρόκειται για θεολογική αιτιοκρατία και… …   Dictionary of Greek

  • Αβελάρδος, Πέτρος — (Pierre Abelard, Λε Παλέ 1079 – Σαλόν σιρ Σον 1142).Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Γάλλου θεολόγου και φιλοσόφου Πιερ Αμπελάρ. Μαθητής στην αρχή του Ροσλέν και του Γκιγιόμ ντε Σανπό, γίνεται αργότερα, σε ηλικία λίγο μεγαλύτερη από 30 ετών …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”